Γνωστική ανάπτυξη και επιπτώσεις στη συμπεριφορά του εφήβου

Γνωστική ανάπτυξη και επιπτώσεις στη συμπεριφορά του εφήβου

Κατά την περίοδο της εφηβείας πραγματοποιούνται σημαντικές ποσοτικές και ποιοτικές μεταβολές στις νοητικές ικανότητες, μιας και οι έφηβοι μπαίνουν σε ένα νέο επίπεδο συνειδητότητας. Η ανεπάρκεια της προηγούμενης περιόδου, της τυπικής-συγκεκριμένης σκέψης, όπου τα παιδιά μπορούν να σκεφτούν αρκετά λογικά σχετικά με τα απτά αντικείμενα και συμβάντα, ξεπερνιέται βαθμιαία και τελικά οι έφηβοι μπορούν να κάνουν πιο πολύπλοκους συλλογισμούς και να αντιλαμβάνονται καλύτερα αφηρημένες έννοιες (περίοδος τυπικής-αφαιρετικής σκέψης). Τώρα πλέον η σκέψη του εφήβου κινείται και στο χώρο του πιθανού, των υποθέσεων και των θεωριών, μπορεί να επεξεργάζεται πολύπλοκες υποθέσεις, να δίνει εναλλακτικές λύσεις, διευρύνοντας τους πνευματικούς ορίζοντές του. Η σκέψη, δηλαδή, δεν είναι πια στενά συνδεδεμένη με το πραγματικό ή το παρατηρήσιμο γεγονός και έτσι οι έφηβοι μπορούν να κάνουν λογικούς συλλογισμούς σχετικά με υποθετικές διαδικασίες και γεγονότα που μπορεί να μην έχουν καμία πραγματική βάση.

Επίσης, οι λεκτικές τους ικανότητες μεγαλώνουν και η παιδική γλώσσα εγκαταλείπεται για να πάρει τη θέση της η γλώσσα των εφήβων. Ο όρος γλώσσα των νέων δηλώνει το σύνολο των γλωσσικών φαινομένων που χαρακτηρίζουν την επικοινωνία των νέων μεταξύ τους. Παρά τον χαρακτηρισμό «γλώσσα», η γλώσσα των νέων δεν είναι ένα αυτοτελές γλωσσικό σύστημα, αλλά μια «κοινωνιόλεκτος» (sociolect), δηλαδή ένας τρόπος ομιλίας με λεξιλογικά, πραγματολογικά και δομικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιείται υπό ορισμένες συνθήκες επικοινωνίας και είναι μέρος της γλωσσικής συνείδησης μιας κοινότητας. Η κοινωνική βάση της γλώσσας των νέων είναι η «παρέα», το δίκτυο των συνομηλίκων. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει μια ενιαία γλώσσα των νέων, αλλά ένα σύνολο από επιμέρους τρόπους ομιλίας με κοινές τάσεις διαμόρφωσης και κοινά γλωσσικά στοιχεία. Καθώς η ελληνική έρευνα είναι ακόμη περιορισμένη, τα στοιχεία που ακολουθούν συνδυάζουν ευρήματα από διάφορες γλώσσες.

Χαρακτηριστικά της γλώσσας των νέων

Το νεανικό λεξιλόγιο περιλαμβάνει τόσο εκφράσεις χωρίς αντίστοιχο στην κοινή γλώσσα (π.χ. για τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα μιας νεανικής κουλτούρας) όσο και εκφράσεις που δηλώνουν μια ιδιαίτερη στάση (οικειότητα, αξιολόγηση, ειρωνεία) απέναντι σε ένα γνωστό αντικείμενο αναφοράς (π.χ. ο χαρακτηρισμός η ώρα του παιδιού για το μάθημα των αγγλικών). Ιδιαίτερα παραγωγικά σημασιολογικά πεδία είναι οι κοινωνικές κατηγορίες (π.χ. φλώρος, τύπισσα), οι βιωματικές και κοινωνικές εμπειρίες (π.χ. ξεσαλώνω «διασκεδάζω»), οι ψυχολογικές καταστάσεις (π.χ. τα πήρα στο κρανίο «εκνευρίστηκα»), οι αξιολογικές (π.χ. αστέρι, σούπερ, τζάμι, χάσιμο «πολύ καλό») και επιτατικές εκφράσεις (ψιλο-, χοντρο-, καρα-, με τρέλα). Ειδικά για την έκφραση αξιολόγησης και επίτασης έχουν διαπιστωθεί ιδιαίτερα συντακτικά σχήματα, στα ελληνικά π.χ. «και γαμώ + Ονοματική Φράση» (και γαμώ τις φάσεις «πολύ καλή φάση»).

Η νεανική επικοινωνία χρησιμοποιεί πολυάριθμες στερεότυπες εκφράσεις για την οργάνωση του διαλόγου, όπως χαιρετισμούς (έλα ρε, τσα γεια), προσφωνήσεις (ρε μεγάλε), φιλικές υβριστικές προσφωνήσεις (ρε μαλάκα), εκφράσεις συμφωνίας (Μέσα είσαι!), άρνησης (Ούτε με σφαίρες!), επιδοκιμασίας (Φοβερό! Έγραψε!), έναρξης μιας αφήγησης (π.χ. Άκου φάση!). 

Η δημιουργία και ανανέωση του νεανικού λεξιλογίου γίνεται με τέσσερις βασικούς τρόπους:  αλλαγή σημασίας (π.χ. κόκκαλο «μεθυσμένος»), δανεισμός, κατά κύριο λόγο από τα αγγλικά (π.χ. χάι «κεφάτος, φτιαγμένος»), επιλογές προτύπων σχηματισμού λέξεων, π.χ. το επίθημα -άς για κατηγορίες της νεανικής κουλτούρας με αγγλική βάση (γκραφιτάς, σκινάς, μεταλλάς, τσοπεράς κ.ά.) και  τροποποίηση λέξεων χωρίς αλλαγή της βασικής τους σημασίας, είτε με επιθήματα (τσιγάρο > τσιγαριά), είτε με σύντμηση (ματσωμένος > ματσό), είτε με μετάθεση φθόγγων ή συλλαβών, τα λεγόμενα ποδανά («ανάποδα», π.χ. μεναγκό «γκόμενα»). 

Προσωπικές και κοινωνικές συνέπειες της τυπικής-αφαιρετικής σκέψης

Η τυπική-αφαιρετική σκέψη είναι ένα πολύ αποτελεσματικό εργαλείο που μπορεί να φέρει πολλές αλλαγές στους εφήβους, ορισμένες καλές και άλλες όχι και τόσο καλές. Από την μια, δηλαδή, οι τυπικές-αφαιρετικές σκέψεις μπορεί να προετοιμάσουν το έδαφος για να σκεφτεί κανείς τις δυνατότητες που έχει στη ζωή του, για να διαμορφώσει μια σταθερή ταυτότητα και για να μπορέσει να έχει μια σφαιρικότερη κατανόηση των ψυχολογικών καταστάσεων των άλλων και των αιτιών της συμπεριφοράς τους. Το άτομο στο στάδιο των τυπικών-αφαιρετικών σκέψεων είναι, επίσης, καλύτερα προετοιμασμένο, ώστε να παίρνει δύσκολες αποφάσεις πάνω σε προσωπικά ζητήματα, οι οποίες προϋποθέτουν τον υπολογισμό εναλλακτικών τρόπων δράσης και των πιθανών συνεπειών, που θα έχουν αυτοί για το άτομο και για άλλους ανθρώπους. Επομένως, η πρόοδος στη γνωστική ανάπτυξη βοηθά να τεθούν τα θεμέλια της αλλαγής σε πολλές άλλες πλευρές της ανάπτυξης.

Από την άλλη, όμως, οι τυπικές-αφαιρετικές σκέψεις μπορεί να σχετίζονται, επίσης, με ορισμένες από τις πιο οδυνηρές πλευρές της εμπειρίας των εφήβων. Αντίθετα από τα μικρότερα παιδιά που έχουν την τάση να δέχονται τον κόσμο όπως είναι και να ακολουθούν τις εντολές των προσώπων που ασκούν εξουσία πάνω τους, τα παιδιά στο στάδιο των τυπικών-αφαιρετικών σκέψεων, τα οποία μπορούν να φανταστούν υποθετικές εναλλακτικές λύσεις στις σημερινές πραγματικότητες, μπορεί να αρχίσουν να αμφισβητούν τα πάντα, από την εξουσία των γονέων ως την ανάγκη να ξοδεύει η κυβέρνηση δισεκατομμύρια για όπλα και για την εξερεύνηση του διαστήματος τη στιγμή που πολλοί άνθρωποι δεν έχουν τροφή και στέγη. Πράγματι, όσο περισσότερες λογικές ασυμβατότητες και άλλα σφάλματα ανακαλύπτουν οι έφηβοι στον πραγματικό κόσμο τόσο μεγαλύτερη σύγχυση αισθάνονται και τόσο περισσότερο έχουν την τάση να απογοητεύονται ή ακόμη και να εκδηλώνουν οργισμένη εξέγερση απέναντι στους φορείς (για παράδειγμα, τους γονείς ή την κυβέρνηση), τους οποίους θεωρούν υπεύθυνους γι’ αυτές τις ατέλειες των διάφορων καταστάσεων. Ο Piaget θεωρούσε αυτή τη γοητεία που ασκεί η ιδεαλιστική άποψη για το πώς «θα έπρεπε να είναι» τα πράγματα ως απόλυτα φυσιολογική συνέπεια των νέων ικανοτήτων του εφήβου για αφηρημένο συλλογισμό και πίστευε ότι οι τυπικές-αφαιρετικές σκέψεις είναι η βασικότερη αιτία του «χάσματος των γενεών».

Ο εγωκεντρισμός στην εφηβεία 

Σύμφωνα με τον Piaget, οι έφηβοι μπορεί να είναι τόσο επικεντρωμένοι στον εαυτό τους και τον τρόπο σκέψης τους, ώστε να φαίνονται πιο εγωκεντρικοί απ’ όσο ήταν όταν πήγαιναν στο δημοτικό σχολείο. Πράγματι, ο David Elkind αναφέρει δύο είδη εγωκεντρισμού που μπορεί να εμφανίσουν οι έφηβοι. Το φαινόμενο του φανταστικού ακροατηρίου αναφέρεται στο αίσθημα του εφήβου ότι βρίσκεται διαρκώς «επί σκηνής» και ότι όλοι γύρω του ασχολούνται τόσο πολύ μαζί του και κρίνουν τόσο πολύ τις πράξεις του και την εμφάνισή του όσο ο ίδιος. Επομένως, μια έφηβη που περνά ώρες ατέλειωτες στον καθρέφτη προσπαθώντας να κρύψει με το make up μερικά σπυράκια, μπορεί να είναι απόλυτα πεπεισμένη ότι ο φίλος της νιώθει απέχθεια γι’ αυτά κάθε φορά που κοιτάζει αλλού, ενώ στην πραγματικότητα το αγόρι που ανησυχεί εξίσου για τον εαυτό του μπορεί να στρέφει αλλού το πρόσωπό του, επειδή είναι πεπεισμένο ότι η ανήσυχη έκφραση της κοπέλας σημαίνει ότι την ενοχλεί η αναπνοή του.

Η δεύτερη μορφή εφηβικού εγωκεντρισμού είναι αυτό που ο Elkind αποκαλεί προσωπικό μύθο, μια πίστη του εφήβου στη μοναδικότητα του εαυτού του και των εμπειριών του. Για παράδειγμα, ένας έφηβος που μόλις τον «παράτησε» η πρώτη του αγάπη μπορεί να αισθάνεται ότι ποτέ κανένας άνθρωπος δεν έχει νιώσει τέτοια απόγνωση σαν τη δική τον. Ο προσωπικός μύθος αποτελεί, επίσης, μια εξήγηση για τα επικίνδυνα πράγματα που κάνουν οι έφηβοι. Είναι μοναδικοί και γι' αυτό είναι απίθανο να πάθουν κακό οδηγώντας απρόσεκτα ή έχοντας σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις. Οι αρνητικές συνέπειες συμβαίνουν μόνο στους άλλους, γιατί λοιπόν να χρησιμοποιήσει τη ζώνη ασφαλείας ή την αντισύλληψη; Ο Elkind πίστευε ότι και οι δύο μορφές εφηβικού εγωκεντρισμού αυξάνονται καθώς οι νέοι αποκτούν τις τυπικές-αφαιρετικές σκέψεις και μειώνονται σταδιακά καθώς οι έφηβοι μεγαλώνοντας αρχίζουν να μπαίνουν στο ρόλο του ενηλίκου που απαιτεί απ' αυτούς να λαμβάνουν υπόψη περισσότερο την άποψη των άλλων. 

Ψυχοκοινωνική ανάπτυξη

Οι συναισθηματικές και κοινωνικές αλλαγές στην εφηβεία είναι το πιο σοβαρό ζήτημα αυτής της περιόδου, διότι οι αλλαγές αφορούν:  τη σχέση με τον εαυτό και το σώμα, τη σχέση με τους γονείς, τη σχέση με το άλλο φύλο και τους συνομηλίκους και τη σχέση με την κοινωνική πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της.

Απόκτηση ταυτότητας του Εγώ ή σύγχυση ρόλων

Η βασικότερη αναπτυξιακή απαίτηση στον τομέα της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης κατά την εφηβεία είναι αυτό που ο Erik Erikson έχει ονομάσει απόκτηση ταυτότητας του Εγώ, η διαμόρφωση της οποίας είναι αποτέλεσμα της βιοσωματικής, συναισθηματικής, νοητικής και κοινωνικής ωρίμασης του εφήβου. Σύμφωνα με τη θεωρία του, κάθε έφηβος διέρχεται από μια κατάσταση κρίσης της «ταυτότητας», μέχρις ότου ανακαλύψει τον πραγματικό εαυτό του. Άλλωστε ο αναπτυξιακός στόχος της εφηβείας είναι η κατάκτηση της ταυτότητας του εαυτού, που κυριολεκτικά μεταμορφώνει τον έφηβο, τον κάνει να γίνει άλλος άνθρωπος. Κάθε έφηβος βιώνει μια σύγκρουση ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, αφού άλλοτε αντιμετωπίζεται ως παιδί και άλλοτε ως ενήλικος. Ο ίδιος όμως δεν έχει αποσαφηνίσει μέσα του τους κοινωνικούς ρόλους, ούτε έχει καταλήξει στο ποιος είναι και τι θέλει. Η διαμόρφωση της ταυτότητας είναι συχνά μια χρονοβόρα και περίπλοκη διαδικασία του αυτοπροσδιορισμού (self-definition). Είναι η συνέχεια του ατόμου ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Εμπεριέχει τις κλίσεις και τα ταλέντα του ατόμου, καθώς και τους ρόλους που είχε ως παιδί, οι οποίοι επιβλήθηκαν ή προωθήθηκαν κυρίως από τους γονείς, τους φίλους και την κοινωνία. Ο έφηβος καλείται να διαμορφώσει μια ενιαία και σταθερή εσωτερική εικόνα για τον εαυτό του ως πρόσωπο και για το ρόλο που θα διαδραματίσει μέσα στην κοινωνία.

Ο έφηβος με απλά λόγια καλείται να κάνει τις επιλογές του και να τις ακολουθήσει. Οι επιλογές αυτές έχουν να κάνουν και με την ερωτική συμπεριφορά αλλά και άλλα φλέγοντα θέματα ζωής, όπως σπουδές, εργασία, διαπροσωπικές σχέσεις, οικογένεια, ηθική τάξη κ.α. Ιδανικά, οι έφηβοι μπαίνουν στην ενήλικη ζωή έχοντας μια σταθερή και συνεπή αίσθηση του ποιοι είναι και για το πώς θα ενταχθούν στην κοινωνία. Η αίσθηση της ταυτότητας είναι σημαντική γιατί δίνει κατεύθυνση, σκοπό και νόημα στη ζωή, ενώ η μη επίλυση της αναπτυξιακής αυτής κρίσης οδηγεί σε σύγχυση ρόλων.

Με βάση την ταξινόμηση του Erikson, ισχύουν και τα εξής:

  • Η διαμόρφωση της ταυτότητας συμβαίνει στην εφηβεία, αλλά μπορεί να αλλάξει και στην ενήλικη ζωή.
  • Η απόκτηση ταυτότητας εξαρτάται και από την επιτυχή ολοκλήρωση των προηγούμενων σταδίων.
  • Όσο περισσότερο συμμετέχει ο έφηβος στην αναζήτηση της ταυτότητάς του τόσο ισχυρότερη καθίσταται. Ταυτόχρονα απαιτείται και μια «ουδέτερη περίοδος», ένα χρονικό μορατόριουμ κατά το οποίο θα πειραματιστεί με διαφορετικούς ρόλους χωρίς καμιά οριστική δέσμευση.
  • Το κοινωνικό πλαίσιο αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διαμόρφωσή της.
  • Υπάρχουν πολλά είδη ταυτοτήτων που πρέπει να κατακτηθούν ταυτόχρονα, όπως είναι η θρησκευτική, η πολιτική, η επαγγελματική, η σεξουαλική, η εθνική κ.ο.κ.

Η διαμόρφωσης της ταυτότητας 

Οι έρευνες έχουν δείξει ότι η ταυτότητα που διαμορφώνει ο έφηβος επηρεάζει τις κοινωνικές του προσδοκίες, την εικόνα του εαυτού του και τον τρόπο που αντιδρά σε καταστάσεις άγχους. Ο James Marcia επέκτεινε τη θεωρία του Erickson, ορίζοντας τέσσερα διαφορετικά επίπεδα στη διαμόρφωση ταυτότητας, ανάλογα με το πόσο ο έφηβος έχει διερευνήσει τις αρχές και τις αξίες της ταυτότητας και ανάλογα με το πόσο δεσμευμένος ή όχι είναι στο να τις ακολουθήσει. 

  • Μορατόριουμ.
  • Δοτή ταυτότητα.
  • Διάχυτη ταυτότητα.
  • Κεκτημένη ταυτότητα. 

Συνήθεις ψυχολογικές αντιδράσεις των εφήβων Ανάμεσα στις ποικίλες ψυχολογικές αντιδράσεις και ανησυχίες που βιώνει ένας έφηβος, οι πιο συνήθεις είναι οι εξής:

 

  • Επιθυμία να μένει μόνος.
  • Αποστροφή προς την εργασία.
  • Έλλειψη συντονισμού στις κινήσεις.
  • Ανία και βαρεμάρα.
  • Νευρικότητα-ανησυχία.
  • Αυξημένη ευσυγκινησία.
  • Εχθρική στάση προς τους άλλους.
  • Εναντίωση προς κάθε μορφή εξουσίας.
  • Υπεραπασχόληση με θέματα του σεξ.
  • Υπέρμετρη αιδημοσύνη.
  • Έλλειψη αυτοπεποίθησης.
  • Ονειροπόληση.

Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι οι παραπάνω ψυχολογικές αντιδράσεις χαρακτηρίζουν τους εφήβους ως σύνολο και όχι κάθε έφηβο μεμονωμένα. Δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι όλοι οι έφηβοι παρουσιάζουν ανεξαιρέτως όλα τα χαρακτηριστικά αυτά. Ένας έφηβος μπορεί να συγκεντρώνει λίγα μόνο από τα χαρακτηριστικά αυτά, ένας άλλος μπορεί να παρουσιάζει περισσότερα, ενώ ένας άλλος να παρουσιάζει ελάχιστα και σε ελαφρά μορφή. Επίσης, μεγάλες ατομικές διαφορές υπάρχουν στο χρόνο που πρωτοεμφανίζεται το κάθε χαρακτηριστικό, στην έντασή του, στη διάρκειά του κτλ. Κάθε έφηβος αποτελεί μια ατομική περίπτωση και η γνώση της συμπεριφοράς του απαιτεί εξατομικευμένη προσέγγιση. 

 

Θέμα: Γνωστική ανάπτυξη και επιπτώσεις στη συμπεριφορά του εφήβου

Δεν βρέθηκαν σχόλια.

Νέο σχόλιο