Κατανοώντας το θυμό των παιδιών

Κατανοώντας το θυμό των παιδιών

Ο «παιδικός θυμός» συχνά φέρνει στο μυαλό μας εικόνες επιθετικότητας και παιδιών που είναι «εκτός ελέγχου», «δυσαρεστημένα» και «ανήσυχα». Ο φόβος για τις συνέπειες που μπορούν να προκληθούν από τα ξεσπάσματα οργής των παιδιών, ακόμη και των πολύ μικρών, αγχώνει πολλούς ενήλικες, με αποτέλεσμα να μη ξέρουν πώς να τα αντιμετωπίσουν.

Ο θυμός, αυτό το πολύ παρεξηγημένο συναίσθημα, έχει καταλήξει να είναι το «μαύρο πρόβατο» της οικογένειας των συναισθημάτων, κάτι που πρέπει να ελεγχθεί, να απαλειφθεί ή να καταπιεστεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις, βέβαια, μιλάμε για την ανεξέλεγκτη εκδήλωση του συναισθήματος του θυμού. Ο ίδιος ο θυμός δεν είναι απαραίτητα ένα ανεπιθύμητο συναίσθημα. Μερικές φορές μπορεί να είναι η κινητήρια δύναμη για μια θετική αλλαγή. Η σωστή και εποικοδομητική έκφρασή του μπορεί να είναι μια απόλυτα φυσιολογική και υγιής αντίδραση στην αδικία, για παράδειγμα, και να αποτελέσει κίνητρο για δράση. Επίσης, ο θυμός είναι μια βασική αντίδραση επιβίωσης, η οποία μας ωθεί στην άμεση αντιμετώπιση απειλητικών καταστάσεων και στην υπεράσπιση του εαυτού μας στις δύσκολες στιγμές. Πρέπει, επίσης, να θυμόμαστε ότι η λέξη «θυμός» καλύπτει ένα μεγάλο φάσμα συναισθηματικής έντασης, που συμπεριλαμβάνει ακόμα και μια ελαφριά ενόχληση ή αναστάτωση. Είναι, λοιπόν, κάτι το οποίο πιθανώς συναντούμε σε καθημερινή βάση, είτε στους άλλους είτε στους εαυτούς μας. Εάν εμείς το χειριζόμαστε σωστά, τότε μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να καταλάβουν ότι ο θυμός δεν χρειάζεται να είναι μία τρομακτική, απρόβλεπτη και αφόρητη εμπειρία και ότι έχουν όντως τη δυνατότητα να ελέγχουν αυτό το συναίσθημα με έναν υγιή και παραγωγικό τρόπο.

Τρόποι έκφρασης του θυμού 

Οι τρόποι με τους οποίους τα παιδιά βιώνουν το συναίσθημα του θυμού και οι τρόποι με τους οποίους το εκφράζουν καθορίζονται εν μέρει από το επίπεδο ανάπτυξής τους και εν μέρει ενισχύονται από τις αντιδράσεις των άλλων, από οικογενειακά πρότυπα και περασμένες εμπειρίες. Τα περισσότερα παιδιά ηρεμούν σχετικά γρήγορα μετά από ένα επεισόδιο θυμού. Κάποια άλλα, όμως, ίσως αρχίσουν να πιστεύουν ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους, γιατί αυτή την εμπειρία είχαν μέχρι τώρα.

Ο επίμονος θυμός μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στο παιδί και να είναι μία τρομακτική και μοναχική εμπειρία. Όταν ένα παιδί εκδηλώνει με λάθος τρόπο το θυμό του, μπορεί να προκαλέσει αρνητικές αντιδράσεις στους ενήλικες, αλλά και στους συνομηλίκους του. Τα παιδιά στο σχολείο τείνουν να αποφεύγουν τα παιδιά με επίμονο θυμό και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση και έντονα συναισθήματα ανεπάρκειας. Τα παιδιά που βιώνουν τον εκτός ελέγχου θυμό συνήθως περιμένουν από τους ενήλικες να τους μεταδώσουν την αίσθηση του ελέγχου και της ασφάλειας. Εάν δεν ικανοποιηθεί αυτή η ανάγκη τους, μπορεί να γίνουν πιο νευρικά και ο θυμός τους να αυξηθεί, καθώς θα προσπαθούν απεγνωσμένα να τραβήξουν την προσοχή και να αναγνωριστεί η ανησυχία τους.

Μέσα από την παρατήρηση των παιδιών γίνεται φανερό ότι, ενώ κάποια παιδιά έχουν την τάση να εκφράζουν άμεσα το θυμό τους, είτε φραστικά είτε σωματικά, κάποια άλλα συνήθως καταπιέζουν το θυμό τους ή τον εκφράζουν με έμμεσο τρόπο (π.χ. με το κλάμα). Μερικές φορές αυτή η καταπίεση είναι μία αντίδραση που έχει διδαχτεί το παιδί από εκείνους που το φροντίζουν ή από εμπειρίες απόρριψης που έχει βιώσει όταν εξέφραζε το θυμό του. Η συνεχής καταπίεση ή άρνηση του θυμού μπορεί να είναι επιβλαβής για τη συναισθηματική και σωματική ευεξία ενός παιδιού. Για παράδειγμα, μπορεί να οδηγήσει σε καταθλιπτική διάθεση στη μετέπειτα ζωή του. Επίσης, έχει συνδεθεί με την εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος λόγω χρόνιων υψηλών επιπέδων των ορμονών του στρες, ιδιαίτερα της κορτιζόλης, στο σώμα.

Τα παιδιά που καταστέλλουν τον θυμό τους μπορεί να μην αποκτήσουν ποτέ την ικανότητα της συναισθηματικής ρύθμισης. Μπορεί να μην καταλαβαίνουν τι ακριβώς αισθάνονται, όχι μόνο όταν θυμώνουν, αλλά ακόμα και όταν βιώνουν ευχάριστα συναισθήματα. Αυτές οι δύο ακραίες περιπτώσεις χειρισμού των συναισθημάτων θυμού είναι καταστρεπτικές για το άτομο με διάφορους τρόπους. Είναι απολύτως απαραίτητο το παιδί να διδαχθεί τους υγιείς τρόπους διαχείρισης θυμού, έτσι ώστε να εξουδετερώνει αυτές τις τάσεις.

Κατανοώντας τις αιτίες του θυμού των παιδιών 

Στις περισσότερες περιπτώσεις ο παιδικός θυμός ενεργοποιείται από κάποιο συγκεκριμένο γεγονός ή από κάποιο βαθύτερο συναίσθημα, όπως η απογοήτευση, η λύπη ή η νευρικότητα. Για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε τα παιδιά να ελέγξουν τα συναισθήματα θυμού που τα κατακλύζουν, πρέπει να γνωρίζουμε τη γενικότερη κατάσταση μέσα στην οποία αυτά τα συναισθήματα έχουν δημιουργηθεί.

Καταστάσεις που προκαλούν άμεσα θυμό σε ένα παιδί είναι:

η ζήλια και ο αδελφικός ανταγωνισμός,

η αίσθηση της άδικης μεταχείρισης, π.χ. τιμωρία για κάτι που δεν έχει κάνει,

η αμηχανία,

η απογοήτευση,

η παρέμβαση ενός ενήλικα για να βοηθήσει, όταν δεν χρειάζεται,

το να είναι μάρτυρας αδικίας σε βάρος άλλου,

η ταπείνωση,

η απώλεια ελέγχου / αίσθησης αυτονομίας,

η έλλειψη κατανόησης από τους άλλους (ενσυναίσθηση),

η έλλειψη συναισθηματικής ταύτισης με τους άλλους,

η άρνηση ή απόρριψη των ειλικρινών συναισθημάτων του,

η πείνα (χαμηλά επίπεδα γλυκόζης στο αίμα),

η κόπωση

και η ασθένεια/ ο πόνος.

 

Ωστόσο, υπάρχουν και αιτίες που χρήζουν ειδικής προσοχής και αφορούν την αυτοεκτίμηση, το στρες, την ανασφάλεια, τη θλίψη και την απογοήτευση. Οι παραπάνω παράγοντες, συνήθως, καλύπτονται ή επισκιάζονται από τις ίδιες τις εκδηλώσεις θυμού στα παιδιά, μιας και η αρχική πηγή του θυμού ενός παιδιού μπορεί να μην αναγνωριστεί και να δοθεί πιο πολλή έμφαση στην άποψη ότι το παιδί έχει τα νεύρα του. Το ίδιο το παιδί μπορεί, επίσης, να μην αναγνωρίζει το αρχικό γεγονός που του προκάλεσε το θυμό και να μην είναι ικανό να εξηγήσει γιατί επιτέθηκε σε κάποιο φίλο ή έχασε την ψυχραιμία του. Πρέπει, λοιπόν, να έχουμε κατά νου ότι αυτοί οι παράγοντες ίσως να συντελούν στη θλίψη ενός παιδιού, ιδιαίτερα όταν είναι διαρκώς και ασυνήθιστα θυμωμένο.

 

Όταν απειλείται η αυτοεκτίμηση του παιδιού 

Ο πιο σημαντικός τομέας, όταν αναφερόμαστε σε θέματα διαχείρισης θυμού, είναι πιθανώς η απειλή της αυτοεκτίμησης του παιδιού. Η σύνδεση της αυτοεκτίμησης, της επιθετικής συμπεριφοράς και της κατάθλιψης έχει αναγνωριστεί εδώ και πολύ καιρό. Για παράδειγμα, τα παιδιά που έχουν συγκεκριμένες δυσκολίες στη συμπεριφορά συχνά αναζητούν ευκαιρίες (συγκρούσεις με άλλους ή συμπεριφορά που θα έχει ως αποτέλεσμα την απόρριψή τους) που θα επιβεβαιώσουν τα συναισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης που τρέφουν. Τα υγιή επίπεδα αυτοεκτίμησης σχετίζονται με την αντίληψη της θετικής πλευράς των πραγμάτων, που επιτρέπει σε ένα παιδί να αντιμετωπίσει πολλές δυσκολίες της ζωής χωρίς να νιώθει ότι είναι το θύμα ή ότι οι άλλοι τα βάζουν μαζί του. Όμως, όταν η αυτοεκτίμηση είναι χαμηλή, ενδέχεται και τα όρια αντοχής στο θυμό να είναι χαμηλά και να θυμώσει πολύ εύκολα το παιδί όταν υποστεί κάποια ασήμαντη ακύρωση ή αθέλητη προσβολή. Η υποστήριξη της υγιούς αυτοεκτίμησης είναι υψίστης σημασίας σε κάθε στρατηγική διαχείρισης θυμού.

Στρες

Υπάρχουν πολλές περιστάσεις στην καθημερινή ζωή που καταπονούν σωματικά, συναισθηματικά ή πνευματικά τα παιδιά για μικρό χρονικό διάστημα. Το θετικό στρες είναι φυσιολογικό σε μικρές ποσότητες και δίνει κίνητρα στο παιδί για να επιτύχει στη ζωή του. Εάν, όμως, ένα παιδί διακατέχεται από στρες που είναι υπερβολικό ή συνεχίζεται για μεγάλη χρονική περίοδο, ακόμα και σε σχετικά μικρά επίπεδα, τότε θα αντιμετωπίσει μια «τοξική» αύξηση των ορμονών του στρες, όπως της κορτιζόλης, και τα συναισθήματα θυμού θα προκαλούνται πολύ πιο εύκολα. Η Margot Sunderland  υπογραμμίζει πόσο σημαντικό είναι να βοηθάμε τα παιδιά να ελέγχουν τα έντονα συναισθήματά τους, με σκοπό τη μείωση της αρνητικής επίδρασης του στρες σε μεγαλύτερη ηλικία:  «Όταν ένα παιδί δεν έχει βοηθηθεί αρκετά στη διαχείριση των έντονων συναισθημάτων του, τα συστήματα συναγερμού του κατώτερου εγκεφάλου μπορεί να έχουν υπερβολική δραστηριότητα αργότερα στη ζωή του. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να αντιδρά υπερβολικά σε μικρής σημασίας παράγοντες άγχους, να αγχώνεται με το παραμικρό και να ζει μια ζωή γεμάτη ανησυχία ή/και να θυμώνει ή να χάνει την ψυχραιμία του συχνά».

Το συνεχές στρες τέτοιου είδους μπορεί να οφείλεται σε περιστατικά εκφοβισμού στο σχολείο, σε ανησυχία για ένα γονέα με χρόνια πάθηση, σε αβεβαιότητα ή αστάθεια στο σπίτι ή σε πίεση για να επιτύχει στόχους πέρα από τις δυνάμεις του. Επίσης, η διαρκής έλλειψη ερεθισμάτων (πλήξη) μπορεί να καταγραφεί στον εγκέφαλο ως στρες. Ενώ οι ενήλικες είναι ικανοί να κάνουν κάτι για να απαλλαχθούν από το αίσθημα της πλήξης, τα μικρά παιδιά έχουν λιγότερες επιλογές για να το επιτύχουν αυτό και καταλήγουν σε ξεσπάσματα θυμού ή τσακωμούς με τα αδέρφια τους. Ένας άλλος, συχνά παρεξηγημένος, τομέας του στρες σχετίζεται με επικοινωνιακές διαταραχές. Πολλά παιδιά φαίνεται ότι αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις δυσκολίες στο λόγο ή την ομιλία, υπάρχουν όμως και άλλα παιδιά που διακατέχονται από έντονα συναισθήματα θυμού, τα οποία πηγάζουν από την απογοήτευση που νιώθουν λόγω των επικοινωνιακών τους δυσκολιών.

Για παράδειγμα, πολλά από αυτά τα παιδιά δυσκολεύονται στις διαπραγματεύσεις με άλλους και στη φραστική υποστήριξη του εαυτού τους, όταν έχουν κατηγορηθεί άδικα ή όταν τα χαρίσματα και οι επιτυχίες τους περνούν απαρατήρητα. Τα παιδιά με σοβαρές γλωσσικές διαταραχές, συνήθως, δεν κατέχουν το λεξιλόγιο που χρειάζεται για να ονομάσουν ή να περιγράψουν σύνθετα συναισθήματα, ούτε την ικανότητα εσωτερικής γλώσσας/ εσωτερικού διαλόγου που βοηθά στη ρύθμιση των συναισθημάτων τους. Αυτά τα παιδιά, που συχνά βιώνουν στρες μέχρι κατάρρευσης σε καθημερινή βάση, μπορεί να νιώθουν ότι δεν ελέγχουν απόλυτα τη ζωή τους και τη θύελλα συναισθημάτων που απειλεί να ξεσπάσει σε ανύποπτο χρόνο. Η απογοήτευσή τους ίσως να καταλήξει σε θυμό, που θα στραφεί εναντίον του εαυτού τους ή εκείνων που δεν τους καταλαβαίνουν, εναντίον των συστημάτων που δεν τους επιτρέπουν να επικοινωνούν αποτελεσματικά, ή εκείνων που δεν βρίσκουν χρόνο για να τους ακούσουν.

Ανασφάλεια

Πολλές μελέτες έχουν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στο συνδετικό κρίκο μεταξύ της διαμόρφωσης δεσμών του παιδιού με τους γονείς και τη μετέπειτα ικανότητα αυτορρύθμισης του παιδιού. Για παράδειγμα, μια σκληρή και τιμωρητική πρώιμη σχέση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την αποφυγή προσκόλλησης λόγω ανασφάλειας, δηλαδή το παιδί να αποφεύγει την επαφή με τον άνθρωπο που το φροντίζει αντί να την αποζητά, όταν είναι ανήσυχο. Τα παιδιά που βιώνουν αυτού του είδους τη σχέση έχουν πιο πολλές πιθανότητες να αναπτύξουν επιθετική συμπεριφορά σε μεγαλύτερη ηλικία. Παρομοίως, η αβεβαιότητα στη σταθερότητα του βασικού ανθρώπου που φροντίζει το παιδί μπορεί να αρχίσει να εκδηλώνεται αργότερα στην παιδική ηλικία ως θυμός εναντίον των άλλων ενηλίκων, συμπεριλαμβανομένων και των δασκάλων. Αυτά τα παιδιά συνήθως θέλουν υποστήριξη και προσοχή, αλλά συγχρόνως γίνονται νευρικά μπροστά στους ενήλικες, μία διφορούμενη κατάσταση που μπορεί να καταλήξει σε θυμό, όταν ένας στοργικός ενήλικας προσπαθεί να βοηθήσει.

Θλίψη

 Η βαθιά λύπη, λόγω απώλειας ενός μέλους της οικογένειας, για παράδειγμα, μπορεί να κάνει ένα παιδί πιο ευάλωτο σε εξάρσεις ανεξήγητου θυμού, καθώς εκείνο έρχεται αντιμέτωπο με αισθήματα εγκατάλειψης και αβεβαιότητας. Εκτενής έρευνα σε εφήβους που πάσχουν από περιόδους κατάθλιψης δείχνει έντονο συσχετισμό μεταξύ των συναισθημάτων βαθιάς θλίψης και θυμού. Αυτή η έρευνα επίσης δείχνει πως τα μικρότερα παιδιά συνήθως βιώνουν ένα μείγμα των δύο αυτών συναισθημάτων.

Απογοήτευση

Η απογοήτευση είναι ένα αναπόφευκτο κομμάτι των αναπτυξιακών εμποδίων που όλα τα παιδιά πρέπει να ξεπεράσουν. Τα παιδιά θα έρθουν αμέτρητες φορές αντιμέτωπα με την απογοήτευση, όταν δεν θα μπορούν να έχουν κάτι ή όταν δεν θα μπορούν να κάνουν κάτι, επειδή είναι πολύ μικρόσωμα, πολύ νέα ή δεν έχουν ακόμα αποκτήσει την απαραίτητη γνώση ή επιδεξιότητα. Τα μεγαλύτερα παιδιά μπορεί να βιώσουν την απογοήτευση, όταν κατά λάθος χαλάσει κάτι με το οποίο είχαν ασχοληθεί για καιρό ή όταν η σκληρή δουλειά τους δεν αναγνωρίζεται. Τα παιδιά που έχουν την τάση να είναι τελειομανή απογοητεύονται πολύ εύκολα και καταστρέφουν τη δουλειά τους, όταν κάνουν ένα μικρό λάθος. Τα περισσότερα παιδιά μαθαίνουν να ανέχονται ως ένα βαθμό την απογοήτευση καθώς μεγαλώνουν. Όταν όμως αυτά τα συναισθήματα είναι συχνά ή όταν το παιδί δεν έχει αναπτύξει αρκετά τη συναισθηματική αντοχή του, τότε η πιο πιθανή συνέπεια είναι ο θυμός είτε ενάντια στον εαυτό του είτε ενάντια στους άλλους.

Αυτά τα παιδιά συνήθως δυσκολεύονται να ζητήσουν βοήθεια σε κάποια εργασία τους, πριν αρχίσουν να απογοητεύονται, μιας και το να ζητήσουν βοήθεια ίσως να είναι στενά συνδεδεμένο με το φόβο (ή και την επιβεβαίωση) της αποτυχίας, που θα οδηγήσει σε συναισθήματα ανεπάρκειας και χαμηλής αυτοεκτίμησης. Για να ξεπεραστεί αυτό το εμπόδιο ίσως να μην αρκεί το να τους πει απλά ένας ενήλικας «μπορείς να ζητήσεις βοήθεια, αν θέλεις». Η ψυχοθεραπεύτρια Sue Gerhardt συνοψίζει την έρευνα που έχει γίνει σε αυτόν το χώρο, επισημαίνοντας ότι τα τρία κύρια στοιχεία που σχετίζονται με τον έλεγχο των παρορμητικών αντιδράσεων φαίνεται να είναι η ικανότητα απόσπασης της προσοχής, η ικανότητα αναζήτησης πληροφοριών σχετικά με τα εμπόδια στους επιθυμητούς στόχους και η χρήση στρατηγικών παρηγοριάς. Έρευνες έχουν δείξει ότι η συμπεριφορά παιδιών, ακόμα και μικρής ηλικίας, που ήταν ικανά να χρησιμοποιούν και τις τρεις στρατηγικές ήταν λιγότερο επιθετική και εξωστρεφή. Μπορούσαν να ελέγχουν επαρκώς τους εαυτούς τους, ώστε να γυρίζουν την πλάτη στην πηγή της απογοήτευσης και να εστιάζουν το ενδιαφέρον τους σε κάτι άλλο, αντί να επιτίθενται. Επίσης μπορούσαν να κάνουν ερωτήσεις σχετικά με το πότε θα ηρεμήσουν τα πράγματα, το οποίο βοηθούσε πολύ στην εξάλειψη του θυμού. Σε αυτή τη μελέτη, τα παιδιά που δεν ήταν ικανά να χρησιμοποιήσουν και τις τρεις στρατηγικές ήταν και τα πιο επιθετικά.

Θέμα: Κατανοώντας το θυμό των παιδιών

Δεν βρέθηκαν σχόλια.

Νέο σχόλιο