Πειθαρχία ή τιμωρία; - Η έννοια της αποτελεσματικής πειθαρχίας

Πειθαρχία ή τιμωρία; - Η έννοια της αποτελεσματικής πειθαρχίας

Η αποτελεσματική πειθαρχία των παιδιών αποτελεί ένα από τα σημαντικά στοιχεία της επιτυχίας του γονικού ρόλου. Ως πειθαρχία ορίζεται η διαδικασία που βοηθά τα παιδιά να μάθουν κατάλληλες συμπεριφορές και να κάνουν σωστές επιλογές. Ειδικότερα, ως ενσυνείδητη ή εσωτερική πειθαρχία ορίζεται η υπακοή σε αρχές και κανόνες με τη θέληση του ατόμου και αποτελεί διαδικασία, που προκύπτει μέσα από τη διαχρονική σχέση με τα παιδιά.

Η πειθαρχία αποτελεί εργαλείο στα χέρια των γονέων που έχει διδακτικό χαρακτήρα, διότι μαθαίνει τα παιδιά να σκεφτούν διεξοδικά σε ποιο σημείο φέρθηκαν άσχημα, ποιες ήταν οι συνέπειες της ανάρμοστης συμπεριφοράς τους και με ποιο τρόπο θα μπορούσαν να τις αλλάξουν. Τα παιδιά συνήθως ακολουθούν την ίδια συμπεριφορά, όταν δεν έχουν κατανοήσει τους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να την αλλάξουν. Επίσης, η πειθαρχία ενθαρρύνει τα παιδιά να υιοθετούν ευγενική συμπεριφορά και τα ωθεί να μαθαίνουν καλύτερα τι περιμένουν οι άλλοι από αυτά, επιτρέποντας την αναγνώριση των συναισθημάτων και των αναγκών τους. Θεωρείται ιδιαίτερα αποτελεσματική μέθοδο στη βελτίωση της προβληματικής συμπεριφοράς και γενικότερα αποτελεί επένδυση που καλλιεργεί την αυτοπειθαρχία.

Η πειθαρχία αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση θετικού γονικού ρόλου, δηλαδή τη γονική εκείνη συμπεριφορά που βασίζεται στο συμφέρον του παιδιού. Η άσκηση του θετικού γονικού ρόλου έχει τις ρίζες της στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των παιδιών και αποσκοπεί στη δημιουργία ενός μη βίαιου περιβάλλοντος, όπου οι γονείς δεν χρησιμοποιούν σωματική ή ψυχολογικά ταπεινωτική τιμωρία για την επίλυση των διαφορών ή για να επιβάλλουν πειθαρχία και σεβασμό. Η άσκηση του θετικού γονικού ρόλου απαιτεί τη διάθεση χρόνου από πλευράς των γονέων, που είναι ιδιαίτερα σημαντικό τόσο στα πρώτα χρόνια της ζωής όσο και στην εφηβεία. Ακόμη και γονείς που έχουν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν τη σωματική τιμωρία παραδέχονται ότι δεν είναι τρόπος ελέγχου με ικανοποιητικά ή μόνιμα αποτελέσματα. Άλλες έννοιες που σχετίζονται με την πειθαρχία είναι η φυσική συνέπεια (το φυσικό επακόλουθο μιας ενέργειας), η λογική συνέπεια (το επακόλουθο που προγραμματίζει ο γονέας ως συνέπεια σε ένα όριο ή κανόνα ο οποίος δεν τηρείται) και η τιμωρία (η επιβολή εξουσίας, η οποία πολλές φορές εμπεριέχει βία, σωματική, λεκτική).

 

Η πειθαρχία δεν είναι τιμωρία 

Στα πλαίσια της διαπαιδαγώγησης η τιμωρία και η πειθαρχία είναι έννοιες που πολλές φορές συγχέονται. Στην πραγματικότητα, όμως, διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό. Η κυριότερη διαφορά πειθαρχίας και τιμωρίας είναι ότι η πρώτη εκπαιδεύει, καθοδηγεί και ενθαρρύνει το παιδί να κατανοεί. Αντιθέτως, η τιμωρία ντροπιάζει, πληγώνει, φοβίζει και ταπεινώνει μειώνοντας τους διαύλους επικοινωνίας εντός της οικογένειας.

Η σωματική τιμωρία μακροπρόθεσμα μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της άσχημης συμπεριφοράς, ενώ βραχυπρόθεσμα δεν μπορεί να την αναστείλει. Εκτός από την επιβολή τιμωρίας, κάθε άλλη συμπεριφορά που προκαλεί εξευτελισμό, ταπείνωση, εκφοβισμό ή τραυματισμό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αποτελεσματικές μεθόδους πειθαρχίας.

Αναλυτικότερα:

Η πειθαρχία είναι εργαλείο: Εκπαιδεύει και ενθαρρύνει τα παιδιά να σκεφτούν διεξοδικά σε ποιο σημείο φέρθηκαν άσχημα, ποιες ήταν οι συνέπειες και πώς θα μπορούσαν να τις αλλάξουν. Με αυτό τον τρόπο θα καταλάβουν καλύτερα τι περιμένουν οι άλλοι από αυτά και γιατί. Αποτελεί μια επένδυση που καλλιεργεί την αυτοπειθαρχία και τους δίνει κίνητρο να συμπεριφέρονται καλύτερα. Η πειθαρχία δεν είναι μια απλή επιλογή για ένα γονιό ή ένα παιδί και μπορεί να αποδειχτεί εκπληκτικά αποτελεσματική στη βελτίωση της προβληματικής συμπεριφοράς.

Η τιμωρία είναι όπλο: Στόχος της είναι να ντροπιάσει, να φοβίσει, να αναγκάσει το παιδί με δωροδοκία ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο να πειθαρχήσει, χωρίς να καταλάβει απαραίτητα το γιατί. Δεν το ενθαρρύνει να σκεφτεί τις συνέπειες των πράξεων του στον εαυτό του και στους άλλους ή το πώς θα συμπεριφερθεί καλύτερα σε δύσκολες καταστάσεις. Η τιμωρία δεν ενθαρρύνει την αυτοπειθαρχία. Απλώς διδάσκει το παιδί γιατί δε θα πρέπει να το τσακώνουν να συμπεριφέρεται άσχημα, όχι γιατί η συμπεριφορά του πρέπει να αλλάξει. Η κατανόηση της διαφοράς ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις και τα πιθανά αποτελέσματά τους αποτελεί το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα που θα απομακρύνει τους γονείς από την τιμωρία και θα τους οδηγήσει στην αποτελεσματική πειθαρχία μέσα στην οικογένεια. 

Οι αρνητικές επιπτώσεις της τιμωρίας

Η τιμωρία δεν είναι λύση. Αντίθετα, η τιμωρία είναι μια διαδικασία που αφορά στην παροδική καταπολέμηση της αρνητικής συμπεριφοράς. Οι περισσότεροι γονείς τιμωρούν το παιδί, ελπίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό η μη επιθυμητή συμπεριφορά δε θα επαναληφθεί. Η τιμωρία, όμως, έχει αντίθετα αποτελέσματα, εφόσον πολλές φορές αποτελεί αντίδραση του γονέα στη συμπεριφορά του παιδιού. Με άλλα λόγια, τιμωρούμε το παιδί όχι με στόχο να του επισημάνουμε τι έχει κάνει λάθος, αλλά επειδή έχουμε θυμώσει μαζί του. Με τον τρόπο αυτό, όμως, το παιδί δεν μαθαίνει τι ήταν αυτό που έκανε λάθος, εφόσον συμμορφώνεται παροδικά από φόβο προς την αντίδραση του γονέα.

Επίσης, για κάποια παιδιά η τιμωρία λειτουργεί ενισχυτικά. Αυτό ισχύει κυρίως για παιδιά που λαχταρούν την προσοχή των γονιών τους και για τα οποία η τιμωρία, που είναι ένα είδος αρνητικής προσοχής, είναι πιο επιθυμητή από την απόλυτη έλλειψη προσοχής. Εάν, για παράδειγμα, ο χρόνος που μπορούμε να διαθέσουμε σε ένα παιδί είναι ελάχιστος και σε εκείνο το χρονικό διάστημα καταλήγουμε να του φωνάζουμε ή να το τιμωρούμε για κάτι, του προσφέρουμε την (αρνητική) προσοχή, που έχει τόσο πολύ ανάγκη, με αποτέλεσμα να επαναλάβει τη μη επιθυμητή συμπεριφορά που του διασφαλίζει την προσοχή μας. Το παιδί που κακοποιείται μεγαλώνει πιστεύοντας ότι είναι ανάξιο και ότι «φταίει» για την κακοποίηση που υφίσταται. Μερικοί γονείς πιστεύουν ότι «ένα χαστούκι» δεν έβλαψε ποτέ κανέναν. Αλλά το ένα χαστούκι είναι πιθανό να φέρει και ένα δεύτερο, και αυτό ένα τρίτο και ούτω καθεξής. Και ενώ ο σωματικός πόνος μπορεί να ξεχαστεί, οι ψυχολογικές επιπτώσεις της κακοποίησης κατά την παιδική ηλικία έχουν διάρκεια και επηρεάζουν τη ζωή των παιδιών, ακόμα και μετά την ενηλικίωσή τους.

Μερικά από τα συμπτώματα που παρουσιάζουν τα παιδιά που έχουν κακοποιηθεί μπορεί να είναι χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφάλεια, καταθλιπτική διάθεση, φόβος/ αποτυχία να αντιμετωπίσουν νέες καταστάσεις, τάσεις φυγής, διαταραχές στη συμπεριφορά τους όπως επιθετικότητα προς άλλα άτομα, ζώα κλπ, κλοπές, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, απόσυρση, σωματικοί πόνοι, μαθησιακές δυσκολίες, υπερκινητικότητα κλπ. Επιπρόσθετα, μεγαλώνοντας μπορεί να παρουσιάσουν μειωμένη σωματική και νοητική ανάπτυξη, κατάχρηση ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ, δυσκολία στη δημιουργία στενών σχέσεων, αποτυχία στον εργασιακό τομέα, επιθετικότητα και παραβατικότητα, ενώ υπάρχει πιθανότητα να καταλήξουν να κακοποιούν και τα δικά τους παιδιά.

Είδη τιμωρίας

 

Υπάρχουν τριών ειδών τιμωρίες:η τιμωρία που είναι επακόλουθο μιας μη επιθυμητής συμπεριφοράς, η λεκτική τιμωρία και η σωματική τιμωρία. Η τιμωρία που είναι επακόλουθο μιας μη επιθυμητής συμπεριφοράς διαφέρει από τις συνέπειες που χαρακτηρίζουν τη μέθοδο της πειθαρχίας, εφόσον δεν στοχεύει άμεσα στη μείωση της συμπεριφοράς. Η συγκεκριμένη διαδικασία αφορά συνήθως στην αφαίρεση προνομίων ή αγαθών που είναι σημαντικά για τα παιδιά. Για παράδειγμα, μπορεί να χρησιμοποιούμε καθημερινά φράσεις όπως «δεν θα δεις DVD, εάν δεν καθαρίσεις το δωμάτιο σου» ή «εάν δε μαζέψεις τα παιχνίδια σου, δε θα πάμε στο πάρκο». Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι σημαντικό να έχουμε στο νου μας ότι τα μικρότερα παιδιά δυσκολεύονται πολύ να κατανοήσουν τη σχέση αιτίου-αιτιατού. Ακόμα και παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, όμως, θεωρούν αυτό το είδος τιμωρίας άδικο ή αυθαίρετο, με αποτέλεσμα να μην έχει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.

Η λεκτική τιμωρία αφορά σε απειλές, φωνές, υποτίμηση και δημιουργία του αισθήματος ντροπής, που σε καμία περίπτωση δεν συμβάλλουν στη μείωση μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς.

Η συναισθηματική κακοποίηση αφορά σε απόρριψη και εκφοβισμό του παιδιού, λεκτική υποτίμηση και γελοιοποίησή του, απειλή και έκθεση σε καταστάσεις που το ντροπιάζουν. Επίσης, περιλαμβάνει μηνύματα που πολλές φορές οι γονείς δίνουν στο παιδί, όπως ότι είναι ανάξιο και δεν αξίζει να του προσφέρεται αγάπη, παρά μόνο όταν ικανοποιεί τις ανάγκες τους.

Είναι σημαντικό να εξηγούμε ήρεμα στο παιδί τους λόγους για τους οποίους οφείλει να τηρεί τους κανόνες που θέτουμε, αλλά και να συζητάμε μαζί του πιθανούς τρόπους βελτίωσης της συμπεριφοράς του. Με τον τρόπο αυτό δεν το τιμωρούμε, αλλά του διδάσκουμε την υπευθυνότητα.

Η σωματική τιμωρία περιλαμβάνει χτυπήματα, κλωτσιές, τσιμπήματα, χαστούκια και έντονο τράνταγμα του παιδιού. Δεν έχει ποτέ το επιθυμητό αποτέλεσμα, επειδή στηρίζεται στον εκφοβισμό και την απειλή. Η σωματική βία δεν πειθαρχεί το παιδί, εφόσον δεν διδάσκει ούτε αυτό-έλεγχο ούτε ασφαλείς συμπεριφορές. Τα παιδιά που διαπαιδαγωγούνται με αυτό τον τρόπο, ακόμα και σπάνια, έχουν αυξημένες πιθανότητες να είναι περισσότερο θυμωμένα και, επομένως, πιο επιθετικά. Έτσι, μπορεί να εκφράσουν το θυμό τους προς εκείνους που τους χτύπησαν, χρησιμοποιώντας και τα ίδια σωματική βία ή να μεταθέσουν το θυμό τους προς κάποιον άλλο αθώο στόχο, όπως π.χ., το μικρό τους αδερφάκι ή κάποιον συμμαθητή.

Επομένως, το να χτυπάμε ένα παιδί όταν είναι επιθετικό είναι το ίδιο «λογικό» όσο το να φωνάζουμε σε ένα παιδί που έχει την τάση να φωνάζει όταν θυμώνει και στέλνει το μήνυμα: «το να χτυπάς κάποιον δεν επιτρέπεται, εκτός εάν είσαι μεγαλύτερος (σαν κι εμένα) ή θυμωμένος (σαν κι εμένα)». Πρέπει να σημειωθεί ότι η σωματική τιμωρία επηρεάζει αρνητικά τη συναισθηματική ανάπτυξη και ψυχική υγεία του παιδιού. Επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει ότι η συχνή χρήση σωματικών ποινών έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη χρόνιου στρες και φόβου στο παιδί, αλλά και την εδραίωση χαμηλής αυτοεκτίμησης και μιας γενικότερης αίσθησης ανικανότητας.

Θέμα: Πειθαρχία ή τιμωρία; - Η έννοια της αποτελεσματικής πειθαρχίας

Δεν βρέθηκαν σχόλια.

Νέο σχόλιο